- ἀνηγμένῃ
- ἀνάγωlead upperf part mp fem dat sg (attic epic ionic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
ἀνηγμένη — ἀνάγω lead up perf part mp fem nom/voc sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
χιλιομετρικός — ή, ό, Ν 1. αυτός που ανήκει, αναφέρεται ή ανάγεται στο χιλιόμετρο («χιλιομετρικός δείκτης») 2. αυτός που υπολογίζεται σε χιλιόμετρα («χιλιομετρική απόσταση») 3. (στις ραδιοεπικοινωνίες) χαρακτηρισμός τής περιοχής ραδιοκυμάτων τών οποίων το μήκος… … Dictionary of Greek
ισοτοπική μετατόπιση — Η μικρή διαφορά που υπάρχει στις ενέργειες μετάπτωσης των διαφόρων ισοτόπων του ίδιου στοιχείου, οι οποίες αντιστοιχούν σε μετατόπιση των φασματικών γραμμών της ακτινοβολίας που εκπέμπεται από αυτά. Η διαφορετική ανηγμένη μάζα των ηλεκτρονίων στα … Dictionary of Greek
πρωτεΐνες — Οργανικές αζωτούχες ουσίες με μεγάλο μοριακό βάρος, οι οποίες σχηματίζονται με την ένωση πολλών μορίων αμινοξέων συνδεδεμένων με δεσμούς αμιδικού τύπου. Οι π. αναγνωρίστηκαν ως τα ουσιώδη αζωτούχα συστατικά του πρωτοπλάσματος από τον Μούλντερ… … Dictionary of Greek